΄Αρθρο του κ. Μηνά Μαστρομηνά στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ.

H 15η Ιουνίου  έχει χαρακτηριστεί από την διεθνή επιτροπή πρωτοβουλίας  για την υπογονιμότητα (Assited Conception Taskforce-ACT) σαν ημέρα ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης του κοινού και ιδίως των ζευγαριών για την υπογονιμότητα, τις θεραπευτικές δυνατότητες της ιατρικής τεχνολογίας σήμερα  και τους επίσημους ιατρικούς φορείς αντιμετώπισης  του σοβαρού αυτού κοινωνικού προβλήματος.

Η Εξωσωματική Γονιμοποίηση με την γέννηση του πρώτου παιδιού το 1978 στην Αγγλία προκάλεσε μία από τις μεγαλύτερες ιατρικές επαναστάσεις όλων των εποχών

Έκτοτε έχουν γεννηθεί περισσότερα από 10 εκατομμύρια παιδιά σε όλο τον κόσμο ενώ κάθε χρόνο διεθνώς πραγματοποιούνται 2 εκατομμύρια προσπάθειες  εξωσωματικής με καρπό την γέννηση 500000 παιδιών.

Υπολογίζεται ότι υπάρχουν στον πλανήτη περισσότερα από 100 εκατομμύρια υπογόνιμα ζευγάρια τα περισσότερα των οποίων δεν έχου πρόσβαση σε Κέντρα διάγνωσης και θεραπείας. Στη  χώρα μας υπολογίζεται ότι ένα στα πέντε ζευγάρια αναπαραγωγικής ηλικίας, αντιμετωπίζει το φάσμα της υπογονιμότητας ενώ  υπάρχουν σήμερα περίπου 300000 υπογόνιμα  ζευγάρια.

Από αυτό  το ποσοστό  μόνο το 10% έχει πρόσβαση στη χώρα μας σε  εξειδικευμένα και σύγχρονα Κέντρα αντιμετώπισης της υπογονιμότητας. Οι λόγοι είναι πρωτίστως οικονομικοί, ακολουθούν η ελλιπής ενημέρωση, ηθικοί, θρησκευτικοί κ.ά..

Το πρόβλημα της υπογονιμότητας επιδεινώνεται  από την μετάθεση για κοινωνικούς-οικονομικούς  λόγους του χρόνου απόκτησης παιδιού. Στην Ελλάδα σήμερα η μέση ηλικία των γυναικών που ξεκινούν αναζήτηση θεραπείας είναι τα 38 χρόνια.

Τα δεδομένα τη τελευταία δεκαετία της κρίσης είναι αποκαλυπτικά και άκρως ανησυχητικά. Μέχρι το 2008 στη χώρα είχαμε  ετησίως περίπου 15000 προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης  που ευθύνονταν για την  γέννηση 5000 παιδιών.

Τα παιδιά αυτά της ‘εξωσωματικής’ αντιπροσωπεύουν το 5% του συνόλου των παιδιών που γεννιούνται ετησίως στην χώρα μας.

Στα χρόνια της δημοσιονομικής κρίσης οι κύκλοι εξωσωματικής μειώθηκαν κατά 40-50% με αντίστοιχη μείωση γεννήσεων. Λιγότερα 2500 παιδιά κάθε χρόνο.

Ένα άλλο ανησυχητικό στοιχείο είναι  τάση των ζευγαριών να μένουν στο ένα παιδί.

Το αποτέλεσμα είναι ο μέσος αριθμός παιδιών ανά ζευγάρι στην Ελλάδα να ειναι 1,2, ο χαμηλότερος στην Ευρώπη. Για να υπάρξει πληθυσμιακή σταθερότητα ο δείκτης πρέπει να είναι 2,1.

Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις οι γεννήσεις στη χώρα μας μετά το 2008 μειώνονταν σταθερά 15% ετησίως, μία τάση που δυστυχώς συνεχίζεται στις μέρες μας.

Η ζοφερή αυτή πραγματικότητα είναι αποτέλεσμα της συνισταμένης αλληλεπίδρασης της υπογονιμότητας με την υπογεννητικότητα που λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία  μέσα σε ένα περιβάλλον διαρκούς επιδεινούμενου δημογραφικού προβλήματος.

Αντίθετα σε όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ παρατηρείται μία σταθερή αύξηση του αριθμού των κύκλων εξωσωματικής κατά 7-10% τον χρόνο. Ενδεικτικά στην Ισπανία πραγματοποιούνται 120000 κύκλοι εξωσωματικής, στην Γερμανία 96000, στην Αγγλία 60000 στην Γαλλία 93000. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ  επιδοτούνται πλήρως από τα Ασφαλιστικά Ταμεία από 3-5 προσπάθειες  εξωσωματικής.

Στην Ελλάδα επιδοτούνται πλήρως οι προσπάθειες που γίνονται στα 5 Κρατικά Κέντρα που όμως διενεργούν μόνο το 10% των κύκλων εξωσωματικής.  Το 90% των κύκλων πραγματοποιούνται ιδιωτικά όπου το κράτος επιδοτεί μόνο το κόστος των  φαρμάκων (κόστος φαρμάκων 500-1000 ευρώ, κόστος εξωσωματικής 2500-3000 ευρώ). Στον αντίποδα με εμάς το Ισραήλ  για ευνόητους λόγους καλύπτει πλήρως τις δαπάνες (ανεξαρτήτως αριθμού προσπαθειών) μέχρι απόκτησης 2 παιδιών!

Βεβαίως κάποιος εύλογα θα αναρωτηθεί. Μπορεί στη σημερινή οικονομική συγκυρία το κράτος να ανταποκριθεί στο μείζον αυτό εθνικό ζήτημα;

Διαπρεπείς οικονομολόγοι Υγείας από Σουηδία και Αγγλία έχουν υπολογίσει ότι το μέσο κόστος ενός παιδιού από εξωσωματική είναι  15000 ευρώ ενώ το προσδοκώμενο όφελος για το Δημόσιο από την ένταξη του στην αγορά εργασίας (δια βίου εισφορές και φορολογία) είναι 120000 ευρώ.  Το οικονομικό όφελος για το κράτος είναι προφανές. Εξάλλου οι ίδιοι ερευνητές υπολόγισαν ότι η κρατική επιβάρυνση για την κάλυψη των υπηρεσιών υπογονιμότητας είναι μόλις το 0,25% του προϋπολογισμού Υγείας. 

Σήμερα με τις παρούσες ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες και με την πολιτεία απούσα, τα χιλιάδες υπογόνιμα ζευγάρια στην Ελλάδα αποτελούν δυστυχώς μία αόρατη’ κοινωνία πολιτών β’ κατηγορίας που χωρίς φωνή ζουν ένα δράμα απομόνωσης, απελπισίας, απόγνωσης.

Οι συνάνθρωποι μας αυτοί στην πλειοψηφία αδυνατούν να κάνουν θεραπεία είτε τη μεταθέτουν αργότερα όταν ίσως είναι αργά. Επίσης επιλέγουν από ανάγκη την γέννηση ενός μόνο παιδιού. Από την πλευρά της η Πολιτεία και οι φορείς της φαίνεται να αγνοούν (;) την έκταση του προβλήματος με αποτέλεσμα τα υφιστάμενα μέτρα (φορολογικά, θεσμικά, ασφαλιστικά) να αποθαρρύνουν τη δημιουργία πολυμελών ή ακόμη και ολιγομελών οικογενειών  ωσάν να επικρατεί δημογραφική έκρηξη!

Η χώρα μας διαθέτει μία πλειάδα εξειδικευμένων κέντρων διάγνωσης και θεραπείας της υπογονιμότητας με εξαιρετικό στελεχιακό δυναμικό και σύγχρονο εξοπλισμό.

Δεν είναι καθόλου υπερβολικό να ισχυριστούμε ότι σε αυτόν τον τομέα υπερτερούμε από πολλές άλλες προηγμένες χώρες και μάλιστα με σημαντικά μικρότερο οικονομικό κόστος.

Το χαμηλό κόστος θεραπείας, η υψηλή ποιότητα ιατρικών υπηρεσιών και η ευνοϊκή Νομοθεσία έχει καταστήσει την Ελλάδα πόλο έλξης και προσέλευσης πολλών ζευγαριών από το εξωτερικό προκειμένου να υποβληθούν σε θεραπεία στη χώρα μας.

Η αντιμετώπιση της υπογονιμότητας σήμερα είναι πλέον απλή, ασφαλής και ανώδυνη.

Τα δεκάδες χιλιάδες ζευγάρια  που παραμένουν αποκλεισμένα από Κέντρα θεραπείας μπορούν με ενημέρωση, ενθάρρυνση και κρατική αρωγή να βοηθηθούν.

Είναι αποκαρδιωτικό δεκάδες χιλιάδες Ελληνόπουλα να παραμένουν αγέννητα και αντίστοιχος αριθμός ζευγαριών να βιώνει ένα βουβό πόνο και ένα κοινωνικό αποκλεισμό.

Είναι επομένως επιτακτική Εθνική ανάγκη να διαμορφώσει η Πολιτεία ένα σύγχρονο πλαίσιο αντιμετώπισης, μια εθνική στρατηγική για  την υπογονιμότητα-υπογεννητικότητα, με ουσιαστικά κίνητρα για τα ζευγάρια.

Σαν πρώτο βήμα  οι Δημόσιοι Ασφαλιστικοί φορείς θα πρέπει να εντάξουν την διάγνωση και την θεραπεία της υπογονιμότητας  στις καλυπτόμενες από αυτούς θεραπείες.

Θεωρώ ότι παρά την δυσμενή οικονομική συγκυρία ήλθε το πλήρωμα του χρόνου όλοι μας να αφυπνισθούμε και να σκύψουμε με ενδιαφέρον, αγάπη και ευαισθησία σε αυτό το τεράστιας εθνικής και κοινωνικής σημασίας ζήτημα.

 Ένα είναι βέβαιο, ότι πράξουμε ή ότι δεν πράξουμε θα το βρούμε αντίστοιχα μπροστά μας τα επόμενα χρόνια.

 

mastrominas

Dr. Μηνάς Μαστρομηνάς, MD, PhD

Χειρουργός Γυναικολόγος-Μαιευτήρας,

Ειδικός στην Εξωσωματική Γονιμοποίηση και σε προβλήματα Γονιμότητας

Τ. Επιμελητής Παν. Νοσοκομείου Hammersmith, Λονδίνου

Διευθυντής Ιατρικής Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής: ΕΜΒΡΥΟΓΕΝΕΣΙΣ

www.embryogenesis.gr

 

 

tovima mastrominas